Για αυτούς τους αρχιτέκτονες η συμβιωτική σχέση και η ώσμωση μεταξύ του ανθρωπογενούς και του φυσικού περιβάλλοντος αποτελεί βασικό συστατικό της δημιουργίας. «Ο σχεδιασμός μας αναζητά λύσεις που να συνδυάζουν οικοσυστήματα και αρχιτεκτονικές κατασκευές, με σκοπό να γεννηθούν αειφόρα ενδιαιτήματα για τη φύση και τον άνθρωπο». Η έρευνα της ομάδας εστιάζει στον σχεδιασμό σε συνεργασία με την ίδια τη φύση και τις διεργασίες της, στην ένταξη κάθε έργου στο «πνεύμα του τόπου» μέσα από τη διερεύνηση των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του, των φυσικών, κοινωνικών-πολιτισμικών στοιχείων του. «Η συμμετοχή του παράγοντα χρόνου στον σχεδιασμό, η οικολογία τοπίου, ο βιοκλιματικός σχεδιασμός και η δημιουργία υβριδικών περιβαλλόντων με τη συμμετοχή διαδραστικών ψηφιακών τεχνολογιών συνηγορούν στην κατασκευή ενταγμένων συνόλων για τον εικοστό πρώτο αιώνα».
Περιοχές λιγνίτη Δυτ.Μακεδονίας
Το γραφείο τους ασχολείται με διαφορετικές κατηγορίες μελετών τοπιακού και αστικού χαρακτήρα και αρχιτεκτονικής, αναπλάσεις δημόσιων χώρων, κατοικίες, έργα τουρισμού και φυσικού τοπίου. Έχει συμμετάσχει σε εκθέσεις και δημοσιεύσεις στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, έχει αποσπάσει πολλά βραβεία σε πανελλήνιους και διεθνείς αρχιτεκτονικούς διαγωνισμούς.
Landscape σχεδιασμός σημαίνει δημιουργία αειφόρων τοπίων-κατασκευών, όπου φύση και άνθρωπος συνυπάρχουν ισοδύναμα και ισότιμα». Σε μικρότερες ενδιάμεσες κλίμακες ο σχεδιασμός τοπίου δύναται να απαντήσει σε θέματα ένωσης και συρραφής μέσα στην πόλη μέσω της δημιουργίας ήπιων χώρων αναψυχής για τον κάτοικο με πάρκα, άλση, πεζόδρομους, πλατείες αλλά και μικρές παρεμβάσεις σε επίπεδο γειτονιάς. Μέσω της συρραφής όλων των δημόσιων υπαίθριων χωρών με το περιαστικό περιβάλλον μπορεί να γίνει επαναφορά της σχέσης της πόλης με το φυσικό τοπίο που τη διατρέχει.
Πάρκο στην Λάρνακα
Στις γειτονιές του κέντρου της Αθήνας χειρονομίες τοπιακού σχεδιασμού μπορούν να αλλάξουν ριζικά την καθημερινότητα και τη ζωή των κατοίκων. Ακόμη και μια μικρή επέμβαση, όπως μια πεζοδρόμηση, ένα μικρό πάρκο ή ακόμα και η αποκατάσταση του αστικού εξοπλισμού και η εξυγίανση των όψεων, οδηγεί στην αποφυγή της ερήμωσης και της διάλυσης του δημόσιου χώρου και συμβάλλει στην κοινωνική συνοχή και στο αίσθημα του “ανήκειν”. Σε μια πυκνοκατοικημένη πόλη όπως η Αθήνα ο landscape σχεδιασμός μπορεί ακόμα και να αποδεσμευτεί από το έδαφος, να αφορά τα ίδια τα κτίρια με τη μορφή σχεδιασμού φυτεμένων δωμάτων, πράσινων βιοκλιματικών όψεων και κάθετων κήπων».
Για τους ίδιους, η μεγαλύτερη κλίμακα σχετίζεται με το μεσογειακό τοπίο, με την ανάγκη να αξιολογηθεί και να οργανωθεί ένα ευρύτερο οργανωτικό πλαίσιο, μια σύνθεση μέσα στην οποία θα εντάσσονται επιμέρους θέματα και διαφορετικές κλίμακες ταυτόχρονα. Εξηγούν πως η Αθήνα είναι ιδανικό πεδίο για μια τέτοια έρευνα και εφαρμογή. Για παράδειγμα, είναι μια πόλη στην οποία απαντά μια εκτεταμένη ακτογραμμή που μοιάζει να μην έχει αξιολογηθεί κατάλληλα. «Η οικολογική διάσταση των ρεμάτων, των υδροβιοτόπων και των παραλιών, της διαχείρισης του νερού και του πρασίνου, των αρχαιολογικών της χώρων, των τοπίων αναψυχής και τουρισμού σκιαγραφεί στη μεγάλη κλίμακα ένα εδαφικό συνεχές που αλληλεπιδρά με τη θάλασσα από την Καστέλλα μέχρι το Σούνιο, έναν διαρκώς μεταβαλλόμενο ενδιάμεσο χώρο. Η ενιαία αντιμετώπιση όλου αυτού του παράλιου μετώπου κάτω από το ίδιο πρίσμα και όχι αποσπασματικά είναι μια πρόκληση και οικολογική ευκαιρία αναζωογόνησης για μια πολυπληθή μεσογειακή μητρόπολη».
Λόφος Λυκαβηττού
H διαμόρφωση περιβάλλοντος χώρου και υποστηρικτικών εγκαταστάσεων στο θέατρο του λόφου του Λυκαβηττού, η ανάπλαση του πρώην Νεκροταφείου Νεαπόλεως Νίκαιας, η ανάπλαση και επανάχρηση πρώην εξορυκτικών περιοχών λιγνίτη στην περιοχή της δυτικής Μακεδονίας, η ανάπλαση του δημοτικού πάρκου Σαλίνα στη Λάρνακα και του δικτύου πεζοδρόμων στο κέντρο της Κατερίνης, ο τοπιακός επαναπροσδιορισμός και η ανάπλαση της όψης του ορυχείου Αμυνταίου, η ανάπλαση του περιβάλλοντος χώρου και του μνημειακού συνόλου του Επταπυργίου της Θεσσαλονίκης έχουν λάβει βραβεία και διακρίσεις σε εκθέσεις αρχιτεκτονικού έργου εντός και εκτός συνόρων.
Παρατηρούν ότι ο δημόσιος χώρος στα μεγάλα αστικά κέντρα όπως η Αθήνα είναι για χρόνια παραμελημένος και πολλές φορές απαξιωμένος, τόσο από την ίδια την πολιτεία όσο και από τους πολίτες. Δεν τον κατοικούμε, δεν τον οικειοποιούμαστε όσο οι κάτοικοι άλλων ευρωπαϊκών πόλεων. «Συνθήκη αντίφασης για μια χώρα που λούζεται στο φως και την καλοκαιρία. Στις πιο μικρές συνοικίες, αλλά κυρίως στην επαρχία, υπάρχει περισσότερη σχέση των κατοίκων με τον δημόσιο χώρο. Παράλληλα, στις ελληνικές πόλεις παρατηρείται ένδεια σχεδιασμού για όλες τις κατηγορίες πολιτών, κάνοντας τον δημόσιο χώρο ανασφαλή για άτομα που κινούνται με αναπηρικά καροτσάκια αλλά και για τις μικρότερες ηλικίες.
Πλέον, σιγά σιγά διαπιστώνεται πως οι κάτοικοι των αστικών κέντρων όχι μόνο επιζητούν ποιοτικούς δημόσιους χώρους αλλά παρατηρούν, αξιολογούν και επιθυμούν να συμμετέχουν στη λήψη αποφάσεων που αφορούν τον σχεδιασμό του κοινόχρηστου χώρου. Επικροτούν διαφανείς διαδικασίες ενημέρωσης, αναπλάσεις που σχετίζονται με τη συμμετοχική δράση και την ανάδειξη προτάσεων μέσω ανώνυμων αρχιτεκτονικών διαγωνισμών. Πλέον, οι κάτοικοι αναζητούν ζωντανούς δημόσιους χώρους με χαρακτηριστικά όπως η αμεσότητα, η ευκολία στην προσβασιμότητα, η δυνατότητα χρήσης και δραστηριότητας όλες τις ώρες και για όλες τις κατηγορίες πολιτών. Τα καλά υλικά, η ποιότητα κατασκευής και, φυσικά, η καθαριότητα και η συντήρηση συνιστούν επίσης σημαντικό ζήτημα εύρυθμης λειτουργίας. Κυρίως όμως τα βασικά ποιοτικά χαρακτηριστικά αποτελούν η επαφή με τη φύση, η εξασφάλιση χώρων ελευθερίας, απ’ όπου να μπορείς να ατενίσεις απλώς τη θέα της πόλης και τον ανοιχτό ορίζοντα».
Ορυχείο Αμίνταιου
O landscape σχεδιασμός μπορεί να συμβάλει καθοριστικά στην ανάπτυξη και ενίσχυση της οικολογικής συνείδησης. Αφενός μέσω της αναθεώρησης της σχέσης μεταξύ του χτισμένου και του φυσικού ευνοείται η επαφή με τη φύση, αφετέρου μέσω της ολιστικής διαχείρισης του χώρου προωθούνται οικολογικές πρακτικές και στρατηγικές τις οποίες οικειοποιείται ο κάτοικος των πόλεων, όπως εξηγούν. «Τέτοιες στρατηγικές είναι η προώθηση της ανακύκλωσης, η διαχείριση του νερού, η αύξηση και διασύνδεση της αστικής βιοποικιλότητας, η ανάπτυξη δράσεων για την κλιματική κρίση αλλά και η προώθηση συλλογικής συνείδησης με τη δημιουργία αυτοδιαχειριζόμενων κήπων και πάρκων, αστικών καλλιεργειών».